Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΔΟΤΗΣ;!

(Ο κόσμος κομμάτια κι οι πολιτικοί μας μαζί)

Είναι ωραία να είναι μαζί!

Τώρα, όμως, δυστυχώς, είναι αργά. Πολύ αργά…

Το κακό παράγινε. Για τον τόπο νύχτωσε…   

Αυτή η αργοπορημένη κοινή φωτογραφία να είχε τραβηχθεί νωρίτερα...

Από τότε που ο Τάβος πήρε ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου μας και τ' οδήγησε στ' αλβανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Διαλαλώντας:

- Ανεξαρτήτως πού εντασσόμαστε, Ομόνοια είμαστε κι εμείς!

Απ’ την άλλη πλευρά - την απέναντι όχθη - τον πετροβολούσε ανελέητα η παρέα Ντούλε - Ξέρρα.

Με υπερυψωμένη φωνή, εκνευρισμένα αποκαλούσε τον Τάβο ΠΡΟΔΟΤΗ. Για την αισχρή πράξη που έκανε τότε - διασπώντας τη Μειονότητα, 

Η κοινή λογική τότε έλεγε:

Βάζεις τον Τάβο σε κοινό τραπέζι διαλόγου και συνεργασίας για βασικά εθνικά ζητήματα, χαράζεις για τον τόπο κοινή στρατηγική. Κι έπειτα του λες: 

Πάμε μαζί τώρα!

Αν ο Τάβος δεν συμφωνούσε, δεν σεβόταν τους όρους - όρκο, λοξοδρομούσε, τότε είχες κάθε πιθανό δικαίωμα να τον προκαλέσεις. 

Να του αναλογίσεις Βαριές Εθνικές Ευθύνες. Να τον σταυρώσεις...

Δεν το επιχείρησαν, γιατί η απόσταση, η αντιπαλότητα, σύμφερε, βόλευε και τις δύο πλευρές.

Παράτεινε την πολιτική ύπαρξη.

…Τους έφερε μέχρι εδώ. Στη σημερινή κοινή φωτογραφία. Να παραμένουν αιώνιοι, «ισχυροί» πολιτικοί αντίπαλοι.

Να είναι όλοι μαζί, χαζοχαρούμενοι, χαμογελαστοί, βολεμένοι μια χαρά!

Τέτοιο βόλεμα, δεν θα μπορούσαν ποτέ - ούτε σε  δυο ζωές - να το πετύχουν με χειρωνακτική δουλειά... 

(... Κι ο Αλβανός Δημοκράτης Ξέρρας του Σαλί, ο «πιστός της Ομόνοιας», είναι πλάι στους δύο πρωταγωνιστές: Τάβο και Ντούλε.

Που την κατακριτέα πράξη του Τάβου την αντέγραψε ατόφια, χωρίς την παραμικρή αλλαγή, 12 χρόνια αργότερα…)

Στο ερώτημα:

- Ποιος είναι προδότης;

Η ευθεία απάντηση είναι:

- Κανένας.

Έφυγε πια η «ρετσινιά».

…Κι ο κατακαημένος τόπος μας ας κατάντησε άββυσος, μια απέραντη ερημιά… Που σε φοβίζει... Που σου τρώει τα σωθικά…


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
21/11/2014 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.