Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΑΔΙΑΡΡΗΚΤΟΙ ΔΕΣΜΟΙ

Ο Ιλίρ Μίχο το 2002 σ’ ενοικιαζόμενο χώρο στη "Γκρανίτσα" της πέτρινης πόλης - όσο ένα κουτόσπιρτο -  πάλευε να συγκροτήσει τυπογραφείο.

Σ’ αυτό εκτύπωσα τότε την πρώτη αδέσμευτη εφημερίδα μου, το «Δικαίωμα» κι αργότερα τον «Πύρρο».

Πάνω στη γόνιμη συνεργασία μας γίναμε στενοί φίλοι.

Σ’ επόμενη φάση σμίξαμε αδελφικά.

Γίναμε σπίτι.

Μετά από κοινή επιθυμία, με μεγάλη μου χαρά ανέλαβα τη βάφτιση του Λουκά - Αρμάντο. 

Του μεγάλου υιού του Ιλίρ, με καταγωγή απ’ τη Φουσεμπάρδα.

Χωρίο…, που όταν το επισκέφτηκα για πρώτη φορά, μ’ εξέπληξε πραγματικά με τις τοποθεσίες:

«Ανήλιο», «Προσήλιο», «te kisha»…, που τις ανέφεραν τόσο φυσιολογικά στην καθημερινή τους επικοινωνία όλοι οι κάτοικοι.

Ο Ιλίρ ομολογεί:

«Στην Ελλάδα, που αγαπώ, φιλοξενήθηκα αδελφικά, έμαθα επάγγελμα, έβαλα στη τσέπη μου λεφτά και κάποια στιγμή αγόρασα μηχανήματα κι άνοιξα ιδιωτική δουλειά στον τόπο μου.

Όλη η λειτουργία του τυπογραφείου μου σήμερα στηρίζεται γερά στη στενή συνεργασία μου μ’ Έλληνες...!

Ο υιός μου, όταν μεγαλώσει, θέλω να πηγαίνει για προσευχή στην εκκλησία…».

Ο Αρμάντο είναι ο βαφτιστήρας μου. Εγώ ο πνευματικός του πατέρας.

Σας πληροφορώ, δεν κρατώ εύκολα τέτοιο μυστικό, ότι ο κουμπάρος μου, που διαχειρίζεται όχι τυπογραφείο πλέον, αλλά έναν τεράστιο πετυχημένο Εκδοτικό Οίκο, στολίδι πλάι στην Εθνική Οδό Αργυρόκαστρο - Τεπελένι, με το υπέροχο όνομα «ΑΡΓΥΡΩ», μου κάνει διαρκώς δώρα ανεκτίμητης αξίας…

Ο Ιλίρ μ’ έκανε συγγραφέα.

Με την έννοια ότι μου κάλυψε με προθυμία και με πολύ αγάπη τα έξοδα της έκδοσης όλων των βιβλίων μου…

Είναι ο σπόνσοράς μου... Μ’ έκανε γνωστό στ’ αναγνωστικό κοινό.

Ιλίρ σ’ ευχαριστώ!

Είμαι ευγνώμων!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
06/02/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.