Δεν συνηθίζω να επανέρχομαι σε ίδιο γεγονός, σε ίδιο
πρωταγωνιστή. Και προπάντων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Προσπαθώ όσο μπορώ ν’ αποφύγω τη μονοτονία, που μετατρέπεται σε κούραση, για τον αναγνώστη.
Όμως … η επιστροφή στην ταραγμένη ζωή και στον μεγάλο αγώνα
ενός Σιωπηλού Ήρωα, του Σταύρου Γκούτζου, νομίζω, αξίζει τον κόπο.
Τη συνάντηση του Σταύρου με το Σεβαστιανό, δεν μου την είπε
ο ίδιος, ίσως από σεμνότητα ή του διέφυγε.
Συγχωριανοί μου, μού την αφηγήθηκαν, ατόφια, πρόσφατα:
«Όταν άνοιξε η σκουριασμένη πόρτα της Κακαβιάς και πέρασε κι
ο Σταύρος το σύνορο, αφού είχε ακούσει για το έργο του Σεβαστιανού, η επιθυμία του
ήταν να πάει να τον συναντήσει.
Μια μέρα πήγε. Μόλις τον πλησίασε, άρπαξε το χέρι του Σεβαστιανού με σεβασμό για να το φιλήσει.
Ο Μητροπολίτης - καλά ενήμερος για το ποιος ήταν ο Σταύρος - το τραβάει πίσω και του λέει:
«Εμείς να σου φιλήσουμε το χέρι, λεβέντη μου, παλικάρι μου, τέκνο μου …! ».
Ο Μητροπολίτης - καλά ενήμερος για το ποιος ήταν ο Σταύρος - το τραβάει πίσω και του λέει:
«Εμείς να σου φιλήσουμε το χέρι, λεβέντη μου, παλικάρι μου, τέκνο μου …! ».
Λένε ότι ο Σεβαστιανός τού προσέφερε χρήματα, μα ο
Σταύρος δεν άπλωσε χέρι, δεν τα δέχτηκε.
Τού πρότεινε, ασφαλώς αν μπορούσε, να του δώσει, μόνο
εκατό ντουφέκια, για ιερό σκοπό..., για απελευθέρωση ...
.... Ενημερωθήκαμε και για τις «αταξίες», τη ρεμούλα, την
αναστάτωση που προκαλούσε ο Τσιάβος στη φυλακή κι έπειτα τον έκλειναν σε στενό κελί.
Το ψωμί τού το ‘σπρωχναν με την κουτάλα. Κάποια στιγμή
αποφάσισε να μην το πάρει. Ήθελε να πεθάνει.
Ένας φύλακας, με κάπως ανθρώπινη ευαισθησία και
συμπεριφορά, πάνω στη σκληρή δοκιμασία, για να τον καθησυχάσει, του λέει:
« Βρίζεις συνέχεια το καθεστώς. Για πες μας, τουλάχιστον,
μόνο έναν καλό λόγο για τον Ενβέρη!».
Γυρίζει απότομα ο Τσιάβος, τον κοιτάει το φύλακα κατάματα εκνευρισμένος και του απαντάει
σκληρά:
«Ζει το σκυλί, δεν πέθανε ακόμα; Δεν του βγήκε η ψυχή του μασκαρά;!».
Από κει και πέρα αντιλαμβάνεστε τη συνέχεια …
Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
01/03/2015
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου