Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΘΕΛΕΙ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΕΣ!

Το παρακάτω γεγονός συνέβη τη χρονική περίοδο 1912 με '13. Πριν ακόμα στα Βαλκάνια χαραχτούν τα σύνορα, που αδίκησαν κράτη και λαούς…

(Μικρός πήρε την ιστορία αυτή από τα χείλη της «Νίνης του Νίκου» και την επτασφράγισε μέσα στην ψυχή του, o Παναγιώτης Κιάμος.
Για να τη μεταφέρει ατόφια ως τις μέρες μας):

…Τα ελληνικά στρατεύματα είχαν πάρει κατά πόδι τους Τούρκους και τους έσπρωχναν προς τ’ αλβανικό.

Το βράδυ το επιτελείο αποφάσισε ώστε ο στρατός να ξενυχτήσει στη Δερβιτσάνη.

Ο Βαγγέλης Ξέρρας πέρασε όλη τη νύχτα μαζί με τους Ελλαδίτες μαχητές.

Χάρηκε τη στημένη ελληνική σημαία στην πλατεία, χόρεψε και τραγούδησε μαζί τους ως το πρωί.

Συχνά του ‘φταναν στ’ αφτί διάφορες ειδήσεις. Ότι γινόταν Βαλκανικός Πόλεμος κι ότι η Ήπειρος κοντεύει να λυτρωθεί… Αλλά με τα μάτια του - από κοντά - πόλεμο δεν είδε. Ούτε ταμπόρια, ούτε άρματα.

Αυτός ήξερε μόνο να σκορπάει κοπάδι προβάτων στις πλαγιές και στα βουνά, να παίζει φλογέρα και να τραγουδάει τον Ύμνο της Ελευθερίας.

Γυρίζοντας στο σπίτι λέει στη γυναίκα του τη σκέψη του: Το και το.

- Θέλω τη γνώμη σου, Βασίλω! Να πάω με τα πρόβατα σήμερα ή στο μέτωπο με τους φίλους που γνώρισα ψες;

- Τι, με ρωτάς;! Αν δεν πας εσύ, φοράω εγώ το παντελόνι σου και γίνομαι άνεμος. Εσύ φρόντισε μόνο τα παιδιά!

Δεν τσομάκρυνε η κουβέντα.

… Ο Βαγγέλης άφησε το κοπάδι στ’ Αμπέλι του Ζέρβα, έβαλε σε τσόχινο σακούλι λίγο ψωμοτύρι κι εντάχθηκε στις γραμμές του Ελληνικού Στρατού. Ο οποίος, αφού απελευθέρωσε τ’ Αργυρόκαστρο, προχώρησε και πιο βαθιά.

Κάπου στις βουνοπλαγιές, ανάμεσα σε Πιτσάρι και Στεπέζι, σε σκληρή μάχη με τους Τούρκους κι όντας στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ο Βαγγέλης σκοτώνεται.

Βάφτηκε μ’ αίμα η φουστανέλα του, το γιλέκο του.

Μόλις έφτασε το μαντάτο στο χωριό, μαύρισαν οι καρδιές των ανθρώπων του, πικράθηκε η Δερβιτσάνη!

Η Βασίλω με τον Σάββα - τον ανδράδελφό της - καταλυπημένοι πήγαν στο μέτωπο, φόρτωσαν σ’ άλογο το νεκρό Βαγγέλη και τον μετέφεραν στο χωριό.

Για να τον κηδέψουν με τιμές.…

Η Ελληνική Κυβέρνηση αναγνώρισε τον αγώνα, τη θυσία του κι έδωσε υποτροφίες στα παιδιά του, να σπουδάσουν στην Ελλάδα...

… Για το πρώην δικτατορικό σύστημα στην Αλβανία η ηρωική πράξη του Βαγγέλη Ξέρρα ήταν καταδικάσιμη. Θεώρησαν τον μάρτυρα εχθρό. Αφού πολέμησε πλάι με τους Έλληνες για την Ελλάδα.

Τότε αν την έβγαζες στο φως - την ανακοίνωνες - αυτή την πράξη, καιγόσουν, θιγόσουν. Οι συγγενείς δικαιολογημένα την έκρυβαν…

Όμως, σήμερα, σε καιρό δημοκρατίας, ελευθερίας, που η πράξη αυτή εκτιμάται σαν ηρωική, τον μάρτυρα γιατί τον αγνοούμε;!

Πώς να ερμηνεύσουμε τη σιωπή, την αφάνεια, την αδιαφορία, τη λησμονιά … από επίσημους φορείς, τοπικές αρχές και άρχοντες;!

Σαν να μην θέλει ο τόπος μας εθνομάρτυρες, που ν’ ακτινοβολούν. Όταν τους έχει, κιόλας, τόσο ανάγκη!!!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
03/04/21015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.