Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΧΕΤΕ ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΚΙΝΕΖΟΙ»

Μια ομάδα από κινέζους φοιτητές το 1965 κατέφθασαν στην Αλβανία, για να μάθουν ελληνικά.

Ο Φίλιππος Λίτσιος και ο Νίκος Γκίνης, δύο εξοχότατοι καθηγητές, τα καλοκαίρια, τους έφερναν από το Πανεπιστήμιο των Τιράνων στη Δερβιτσάνη, για να εξασκήσουν καλύτερα τη γλώσσα.

Φιλοξενήθηκαν σε τρία σπίτια:

Στου Μάσσιου, στου Νέκου και στου Τσέκα.

Στο τελευταίο, εκτός που ορισμένοι κοιμόνταν, μάθαιναν παρέα σε δωμάτιο που μετατράπηκε σε τάξη: Αρχαία Ελληνικά, Γλωσσικά, Γραμματική…

Κι έτρωγαν στην αυλή σ’ ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι. Τους μαγείρευε και τους φρόντιζε γενικά,. η θεια - Βίτα.

Το πρωί, με το πανέρι στο κεφάλι, για δίωρη εθελοντική δουλειά, πήγαιναν στ’ αμπέλια και θέριζαν βρίζα.

Όπου και μ’ όποιον αντάμωναν και συνομιλούσαν, σημείωναν σε σημειωματάριο τις πρωτάκουστες λέξεις.

Μοίραζαν στον κόσμο τσιτάτα του Μάο και κονκάρδες με δύο σφιχτοδεμένες παλάμες - απεικόνιση της κινεζο - αλβανικής φιλίας.

Είπε συγχωριανός μας στον κοντό, μελαχρινό κι επικοινωνιακό Λι και στην αγαπητή κι αλέγκρο Χου, που δεχόταν τ’ αστεία:

«Ένα πρόσωπο έχετε εσείς, οι Κινέζοι…

Πώς να σας ξεχωρίσουμε…».

Απάντησαν οι φοιτητές:

«Μα… έτσι σας βλέπουμε κι εμείς εσάς…».

Έδωσαν ένα απόγευμα παράσταση στην πλατεία του χωριού.

Τραγούδησαν κινέζικα κι έλυσαν στα γέλια τους θεατές με τις ατάκες τους…

Η θεία Βίτα, που δεν ζει πια, διατήρησε την αλληλογραφία που είχε μαζί τους. Μου 'φερε ο Παντελής - γιος της - μερικές πολυκαιρισμένες επιστολές. Τις είδα και σάστισα.

Από τη διατύπωση, την καλλιγραφία, την ορθογραφία…

Παραθέτω μερικά αποσπάσματα, με τα οποία και κλείνω το κείμενο:

«Σεβαστή θεία Βίτα!

…Ο Ιούλης που κατοικούσαμε μαζί σας, ήταν ένας αξέχαστος μήνας. Εμείς δουλεύαμε μαζί,  μιλούσαμε μαζί και πότε - πότε χορεύαμε και τραγουδούσαμε μαζί.

…Τώρα είμαστε στο παραθεριστικό κέντρο Δρυμάδων. Περνούμε την ημέρα κάνοντας μπάνιο στη θάλασσα, μιλώντας με εκείνους που ξέρουν ελληνικά ή διαβάζοντας. Κοντολογίς είμαστε όλοι καλά…»

Λι Τσεν Κουν
Τσίου Σεν Πεν

14 Ιούλη 1965

«Σεβαστή θεία Βίτα!

…Εσείς φροντίζατε για μας, όχι μόνο με τα καλά φαγητά, αλλά με τη χρυσή σας καρδιά, την μητρική καρδιά.

Θυμούμαστε τις τελευταίες μέρες που ετοιμαζόμασταν για να φύγουμε από το χωριό σας, σας χάθηκαν τα γέλια από το πρόσωπο. Δεν κοιμόσασταν καλά και δουλεύατε περισσότερο ακόμα….».

Τσίαν Βι Γιάο
Λι Τσεν Καϊ
Σίο Βεν Τσιάν

31 Οκτώβρη 1966

(Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό αρχείο του Βαγγέλη Κορκάρη)


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
09/03/2016



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.