Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ DNA «ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ…»

(Σκιτσογράφημα σε διπλή γιορτή - Ελληνισμού και Ορθοδοξίας -  για δύο Βαγγέληδες - εγγονό και παππού)

Όταν έμαθα την αποκορύφωση της όλης προσπάθειας του Βαγγέλη Μέτσε

- το κατόρθωμά του για να μπει και να εργαστεί σε Ερευνητικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής -

αυθόρμητα ο νους μου πήγε στον παππού του, που δεν τον πρόλαβε.

- o ένας είχε φύγει από τη ζωή, όταν ο άλλος ερχόταν -

στο Βαγγέλη Μέτσε τον παλιό.

Κι είπα:

«Να τι κάνουν τα γονίδια!».

Γυρνάω χρόνια πίσω, στη σταδιοδρομία του παππού. Βρίσκω πλούσιο αρχείο και το καταγράφω πιστά:

«Έβγαλε στην Κωνσταντινούπολη τη «Μεγάλη του Γένους Σχολή». Σπούδασε οικονομικά στην «Ανωτάτη Εμπορική Σχολή Αθηνών».

Έκανε ένα φεγγάρι δάσκαλος στο χωριό του.  

Εργάστηκε ως οικονομολόγος στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Το πετυχημένο λογιστικό μολύβι του, προσπάθησε να το αξιοποιήσει και ο Ζώγκου.

Μάλιστα, ο Βασιλιάς, ήθελε να προωθήσει το Βαγγέλη στην πολιτική. 

Ως συμβολαιογράφος - κάτοχος επτά ξένων γλωσσών, μέσα και η ιταλική - μεσολάβησε κι ήρθαν από την Ιταλία οι σωλήνες για την κατασκευή του υδραγωγείου της Δολιανής.

Με το κύρος του, κάποια στιγμή, έπεισε τους τζαντάδηδες, λόγω των χρωστικών στους μπέηδες, να μην κάψουν το κοτσέκι του χωριού.

Φεύγοντας δήλωσαν: «Η Δερβιτσάνη σήμερα γλιτώνει χάρη του Βαγγέλη Μέτσε».

Το ‘46, τον συνέλαβε το καθεστώς του Χότζα και τον φυλάκισε, ως μέλος του Βορειοηπειρωτικού Συλλόγου. Μετά την απόλυσή του, του έδωσαν φτυάρι να γεμίζει τις λακκούβες του ντερβενιού.

Όταν του πήραν δια της βίας το οικόπεδο - φιλέτο - στο κέντρο του χωριού, δεν άντεξε, είπε τον πόνο του:

«Βελανιδιά πεσμένη όλοι την ξυλεύουν!».

Όταν πέθανε, ήταν καιρός που δεν χτυπούσε καμπάνα, κι η είδηση έφτασε σε αυτί γνωστικού, βούρκωσε, έσκυψε το κεφάλι του ο άνθρωπος κι είπε:

«Σήμερα η Δερβιτσάνη δεν ξέρει τι έχασε...!».

Στη ζωή του ποτέ δεν έβλαψε κανέναν.

Μόνο τον έβλαψαν.

Η ανοδική πορεία, του νέου Βαγγέλη:

Αρίστευσε στο σχολείο της Δερβιτσάνης, σε αυτή της Δουραχάνης, σε λύκειο της Αθήνας, στο Τμήμα Πληροφορικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Του έγινε συνήθεια, ν’ ανεβαίνει σκαλοπάτια, να παίρνει μόνο ανηφόρες,…

Η αύρα του παππού του -  όπως λέει ο ίδιος - τον ακολούθησε καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών του.

Μετά την αποφοίτηση, δούλεψε, περίπου δυο χρόνια, στο μεγαλύτερο Δημόσιο Ερευνητικό Κέντρο της Ελλάδας, στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος».

Από 'κει και πέρα η συνέχεια του είναι στην Αμερική, όπου ξεκίνησε και τελείωσε το διδακτορικό του.

Τώρα κατέχει θέση Επίκουρου Καθηγητή στο Δημόσιο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Τέξας.

Διδάσκει και διεξάγει έρευνα σε τομείς της πληροφορικής, με εφαρμογές στην ιατρική.

Βαδίζοντας στα χνάρια του παππού του, έστω κι από μακριά, ελπίζει κι είναι διακαής του πόθος, να βοηθήσει το χωριό του, τη Δερβιτσάνη,

Βασικά τη νέα γενιά, μ’ ό,τι περνάει από το χέρι του.

Ενσαρκωμένος στον εγγονό του, «βρίσκεται» τώρα στην Αμερική ο παππούς Βαγγέλης Μέτσες.

Το DNA ταξιδεύει, δεν σταματά…!!!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

24/03/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.