Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΓΙΑΤΙ ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΕ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΝΟΙΑΣ(;!)

Γνωρίζω κάλλιστα πώς σκέφτεται, πώς αστειεύεται, πώς θυμώνει, πώς τολμάει, πώς αποφασίζει, πώς συναισθάνεται…

Πώς λειτουργεί συνολικά.

Τι λέει ακόμα και με τη σιωπή του ο Ανδρέας Ζαρμπαλάς.

Ίσως τότε να μην είχαν ξεθαφτεί ακόμα οι κρυμμένοι στίχοι του,

τα «101 ποιήματα για μια χούφτα τόπο», όταν ο τόπος του, τον κάλεσε να ηγηθεί.

Να πάρει αυτός πρώτος στα χέρια του την Ομόνοια.

Όμως, κατά τη μέση της θητείας του, έδωσε παραίτηση.

Σίγουρα αυτό το σοβαρό άτομο, για να αναγκαστεί να κάνει αυτή τη γενναία πράξη, κάτι απρόσμενο, βαρύ, ασήκωτο, συνάντησε μπροστά του.

Ο μεστωμένος, ο περήφανος Ανδρέας Ζαρμπαλάς, που διέπεται από αρχές και σέβεται αξίες, ο πρακτικός, ο οραματιστής..., ποθούσε να σπρώξει τον τόπο μπροστά…

Όμως, όταν βρέθηκε εγκλωβισμένος κι είδε κατάματα την εγκατάλειψη, τη μοναξιά, την υποτίμηση, την αμέλεια, έκανε μια λογική, έξυπνη κίνηση.

Για να έχει ήσυχη τη συνείδηση:

Κάλεσε το Γενικό Συμβούλιο της οργάνωσης σε σύσκεψη.

Πήρε κι έριξε πάνω στο τραπέζι της συζήτησης ορφάνια και καυτά ζητήματα…

Κι είπε:

«Πρέπει να παλέψουμε από μόνοι μας, αν θέλουμε να σωθούμε!

Δεν βγαίνουμε από την αίθουσα, αν δεν καταλήξουμε σε ομόφωνη απόφαση!».

Έτριξαν καρέκλες, ταρακουνήθηκαν οι σύμβουλοι.

Όμως οι εξαρτώμενοι, χωρίς εντολή απ’ τα εξωθεσμικά κέντρα, δεν έριχναν βήμα,
δεν έβγαζαν λαλιά.

Όταν έπιασαν δουλειά τα κινητά κι είδε ο πρόεδρος την αποκορύφωση του κακού, είχαν προηγηθεί ως τότε κι άλλα πολλά, αξιοπρεπώς έδωσε παραίτηση.

Από τότε, άλλος πρόεδρος δεν τον μιμήθηκε…

Η εξάρτηση, η δέσμευση πλέον είναι πιο έντονη, πιο αισθητή, τώρα που ο τόπος βρίσκεται στην πιο κρίσιμη στιγμή.

Σταδιακά προσπαθούν - πότε ανοιχτά και πότε καμουφλαρισμένα, να μας τελειώσουν με τα χέρια μας.

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

04/04/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.